Τι γνωρίζει η επιστήμη για τον σεξουαλικό προσανατολισμό

Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ότι η σεξουαλικότητα χωρίζεται σε κατηγορίες, άλλοι θεωρούν ότι κινείται σε ένα συνεχές φάσμα
Τα τελευταία 50 χρόνια, τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων διευρύνονται σε ορισμένες χώρες ενώ ταυτόχρονα περιορίζονται σε άλλες. Πώς διαμορφώνονται όμως οι σεξουαλικές προτιμήσεις; Μπορεί κάποιος να επιλέξει προσανατολισμό; Μια νέα αμερικανική μελέτη επιχειρεί να φέρει στο προσκήνιο τα τελευταία επιστημονικά στοιχεία στη συζήτηση.



«Θέλαμε να προχωρήσουμε σε μια συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, και ταυτόχρονα να διορθώσουμε σημαντικές παρανοήσεις αναφορικά με τη σχέση ανάμεσα στα επιστημονικά ευρήματα και τις πολιτικές ατζέντες» λέει ο Μάικλ Μπέιλι του Πανεπιστημίου Northwestern, πρώτος συγγραφέας της δημοσίευσης.

Η μελέτη της ομάδας του δημοσιεύεται στο Psychological Science in the Public Interest, μια επιθεώρηση της αμερικανικής Εταιρείας Ψυχολογικής Επιστήμης. Στο ίδιο τεύχος παρουσιάζεται συνοδευτικό άρθρο σχολιασμού του Ριτς Σάβιν-Ουίλιαμς του Πανεπιστημίου Cornel στη Νέα Υόρκη.

Βασικό ερώτημα στην πολιτική και δημόσια συζήτηση για την ομοφυλοφιλία, επισημαίνει σε ανακοίνωσή της η Εταιρεία Ψυχολογικής Επιστήμης, είναι το εάν μπορεί κανείς να «επιλέξει» τον μη ετεροφυλοφιλικό σεξουαλικό προσανατολισμό.

Δεδομένου ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός βασίζεται στην επιθυμία, και οι άνθρωποι δεν «επιλέγουν» τις επιθυμίες τους, οι συντάκτες των δύο νέων άρθρων θεωρούν το ερώτημα παράλογο. Όπως μάλιστα λέει ο Δρ Μπέιλι, «το ερώτημα του κατά πόσο ο σεξουαλικός προσανατολισμός "επιλέγεται" διχάζει εδώ και δεκαετίες τους υποστηρικτές και τους πολέμιους των γκέι, ωστόσο το ερώτημα της αιτίας είναι μάλλον άσχετο στους πολιτιστικούς πολέμους».

Η ανασκόπηση της πιο πρόσφατης βιβλιογραφίας από την ομάδα του Μπέιλι οδηγεί σε μια σειρά συμπερασμάτων για τη φύση του σεξουαλικού προσανατολισμού:

Σε όλους τους πολιτισμούς, ένα «μικρό αλλά όχι αμελητέο» ποσοστό του πληθυσμού έχει μη ετεροφυλοφιλικά αισθήματα.
Τα σεξουαλικά αισθήματα γενικά είναι πιθανό να αναπτύσσονται με τον ίδιο τρόπο σε όλο τον κόσμο.
Βιολογικοί παράγοντες όπως το γενετικό προφίλ, καθώς και μη κοινωνικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες όπως η έκθεση σε ορμόνες κατά την εμβρυακή ζωή, είναι πιθανό να συμβάλλουν στη διαμόρφωση του σεξουαλικού προσανατολισμού.
Τα επιστημονικά ευρήματα δεν στηρίζουν την ιδέα ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός μπορεί να διδαχθεί με κοινωνικά μέσα.
Επιπλέον, δεν στηρίζουν την ιδέα ότι η ομοφυλοφιλία γίνεται πιο διαδεδομένη με την αύξηση της κοινωνικής αποδοχής.
Η ομάδα του Δρ Μπέιλι χωρίζουν τις σεξουαλικές προτιμήσεις σε κατηγορίες, όπως γκέι, λεσβίες και αμφισεξουαλική, ενώ ο Δρ Σάβιν-Ουίλιαμς θεωρεί πιο πειστική την ιδέα ότι υπάρχει ένα συνεχές σεξουαλικό φάσμα. Οτιδήποτε πέφτει ανάμεσα στην ομοφυλοφιλία και την ετεροφυλοφιλία περιγράφεται με τον όρο-αμπρέλα της αμφισεξουαλικότητας.
Οι δύο μελέτες συμφωνούν στα περισσότερα σημεία και τονίζουν ότι ένας βασικός περιορισμός στην έρευνα αφορά τον τρόπο μέτρησης του σεξουαλικού προσανατολισμού. Η μεγάλη πλειονότητα των επιστημονικών ερευνών μέχρι σήμερα βασίζεται σε αναφορές εθελοντών, κάτι που δυσχεραίνει την εξαγωγή συμπερασμάτων για διάφορες επιμέρους παραμέτρους της σεξουαλικότητας.

Το γεγονός ότι τα θέματα που σχετίζονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό συνεχίζουν να αποτελούν αντικείμενο δημόσιας συζήτησης υπογραμμίζει την ανάγκη για περισσότερη και καλύτερη έρευνα, λένε οι ερευνητές.

«Ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι σημαντικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό, και θα πρέπει να τον μελετήσουμε χωρίς φόβο και χωρίς πολιτικούς περιορισμούς» λέει ο Δρ Μπέιλι. «Όσο πιο αμφιλεγόμενο ένα ζήτημα, τόσο περισσότερο πρέπει να επενδύσουμε στην απόκτηση απροκατάληπτης γνώσης. Και η επιστήμη είναι ο καλύτερος τρόπος για την απόκτηση απροκατάληπτης γνώσης».

Newsroom ΔΟΛ

Comments