Η ζωή μπορεί να αναπτυχθεί σε ακραία περιβάλλοντα στη Γη, από άγονες ερήμους και κατεψυγμένες τούντρες, μέχρι θερμικούς, τοξικούς αεραγωγούς στα βάθη των ωκεανών. Επιστήμονες, ωστόσο, ανακάλυψαν ένα μέρος όπου δεν μπορεί να υπάρξει ίχνος ζωής.
Σε αντίθεση με την προηγούμενη έρευνα, οι επιστήμονες διεξήγαγαν πολλαπλές δοκιμές και διαπίστωσαν ότι δεν υπάρχει ζωή, ούτε καν μικροοργανισμοί, στο Dallol τηςΑιθιοπίας. Ένα από τα πιο ακραία περιβάλλοντα της Γης, το Dallol είναι εξαιρετικά ζεστό, αλμυρό και όξινο. Οι λίμνες του εκτείνονται σε έναν ηφαιστειακό κρατήρα, γεμάτο με αλάτι, τοξικά αέρια και βραστό νερό ως αποτέλεσμα της ακραίας υδροθερμικής δραστηριότητας.
Ακόμη και το χειμώνα, οι θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορούν να ξεπεράσουν τους 45 βαθμούς Κελσίου. Ορισμένες από τις υπεροξείδεις και αλατούχες δεξαμενές έχουν αρνητικές τιμές pH.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή στο περιοδικό Nature Ecology & Evolution.
«Μετά την ανάλυση πολλών περισσότερων δειγμάτων από ό, τι σε προηγούμενα έργα, με επαρκείς ελέγχους ώστε να μην μολυνθούν και με μια καλά υπολογισμένη μεθοδολογία, έχουμε επαληθεύσει ότι δεν υπάρχει μικροβιακή ζωή σε αυτές τις αλμυρές, θερμές και υπεροξείδεις δεξαμενές ή στις γειτονικές πλούσιες σε μαγνήσιο λίμνες», δήλωσε ο Purificación López García, συγγραφέας της μελέτης και βιολόγος στο Γαλλικό Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας.
Ωστόσο, έξω από τις λίμνες, είναι μια διαφορετική ιστορία.
«Αυτό που υπάρχει είναι μια μεγάλη ποικιλία αλογονοφιλικών αρχαίων (ένας τύπος πρωτόγονων μικροοργανισμών που αγαπούν το αλάτι) στην έρημο και τα αλατούχα φαράγγια γύρω από την υδροθερμική περιοχή, αλλά ούτε ένας δεν βρίσκεται στις υπεροξείδεις και τις αλατούχες λίμνες, ούτε στις λεγόμενες «Μαύρες και Κίτρινες λίμνες» του Dallol, όπου το μαγνήσιο αφθονεί», δήλωσε ο López García. «Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι η μικροβιακή διασπορά σε αυτή την περιοχή, λόγω του ανέμου και των ανθρώπων που το επισκέπτονται, είναι έντονη», προσέθεσε.
Οι ερευνητές διεξήγαγαν μαζική αλληλουχία γενετικών δεικτών που προορίζονταν για την ανεύρεση και ταξινόμηση οποιονδήποτε μικροοργανισμών που μπορεί να υπάρχουν, καθώς και καλλιεργειών για την ανεύρεση μικροβίων, κυτταρομετρία για ανίχνευση μεμονωμένων κυττάρων, χημική ανάλυση άλμης και ηλεκτρονική μικροσκοπία σε συνδυασμό με φασματοσκοπία ακτίνων Χ.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν στοιχεία ζωής σε ακραία περιβάλλοντα στη Γη κατ’αναλογίαν των συνθηκών που μπορεί να υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες στο ηλιακό μας σύστημα ή πέρα από αυτό. Οι ερευνητές προειδοποίησαν ότι σε αυτή την περίπτωση, μόνο και μόνο επειδή υπάρχει νερό ή επειδή κάτι μοιάζει με κύτταρα ή άλλες βιολογικές ενδείξεις κάτω από το μικροσκόπιο, δεν σημαίνει ότι υπάρχει ζωή.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι υπάρχουν σημεία στην επιφάνεια της Γης, όπως οι λίμνες Dallol, οι οποίες είναι αποστειρωμένες παρόλο που περιέχουν υγρό νερό», δήλωσε ο López García.
Οι λίμνες Dallol εμποδίζουν το σχηματισμό ζωής επειδή περιέχουν χημικά εμπόδια όπως τα χαοτροπικά άλατα μαγνησίου που βοηθούν στη διάσπαση του υδρογόνου. Σε συνδυασμό με το αλμυρό, όξινο και ζεστό περιβάλλον, οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές για την ύπαρξη ζωής στις λίμνες.
«Δεν θα περιμέναμε να βρούμε μορφές ζωής σε παρόμοια περιβάλλοντα σε άλλους πλανήτες, τουλάχιστον μη βασισμένες σε βιοχημεία παρόμοια με τη χερσαία βιοχημεία», δήλωσε ο López García.
Οι ερευνητές θα συνεχίσουν να μελετούν τις λίμνες για να προσδιορίσουν περισσότερο τα όρια της ζωής.
Σε αντίθεση με την προηγούμενη έρευνα, οι επιστήμονες διεξήγαγαν πολλαπλές δοκιμές και διαπίστωσαν ότι δεν υπάρχει ζωή, ούτε καν μικροοργανισμοί, στο Dallol τηςΑιθιοπίας. Ένα από τα πιο ακραία περιβάλλοντα της Γης, το Dallol είναι εξαιρετικά ζεστό, αλμυρό και όξινο. Οι λίμνες του εκτείνονται σε έναν ηφαιστειακό κρατήρα, γεμάτο με αλάτι, τοξικά αέρια και βραστό νερό ως αποτέλεσμα της ακραίας υδροθερμικής δραστηριότητας.
Ακόμη και το χειμώνα, οι θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορούν να ξεπεράσουν τους 45 βαθμούς Κελσίου. Ορισμένες από τις υπεροξείδεις και αλατούχες δεξαμενές έχουν αρνητικές τιμές pH.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή στο περιοδικό Nature Ecology & Evolution.
«Μετά την ανάλυση πολλών περισσότερων δειγμάτων από ό, τι σε προηγούμενα έργα, με επαρκείς ελέγχους ώστε να μην μολυνθούν και με μια καλά υπολογισμένη μεθοδολογία, έχουμε επαληθεύσει ότι δεν υπάρχει μικροβιακή ζωή σε αυτές τις αλμυρές, θερμές και υπεροξείδεις δεξαμενές ή στις γειτονικές πλούσιες σε μαγνήσιο λίμνες», δήλωσε ο Purificación López García, συγγραφέας της μελέτης και βιολόγος στο Γαλλικό Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας.
Ωστόσο, έξω από τις λίμνες, είναι μια διαφορετική ιστορία.
«Αυτό που υπάρχει είναι μια μεγάλη ποικιλία αλογονοφιλικών αρχαίων (ένας τύπος πρωτόγονων μικροοργανισμών που αγαπούν το αλάτι) στην έρημο και τα αλατούχα φαράγγια γύρω από την υδροθερμική περιοχή, αλλά ούτε ένας δεν βρίσκεται στις υπεροξείδεις και τις αλατούχες λίμνες, ούτε στις λεγόμενες «Μαύρες και Κίτρινες λίμνες» του Dallol, όπου το μαγνήσιο αφθονεί», δήλωσε ο López García. «Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι η μικροβιακή διασπορά σε αυτή την περιοχή, λόγω του ανέμου και των ανθρώπων που το επισκέπτονται, είναι έντονη», προσέθεσε.
Οι ερευνητές διεξήγαγαν μαζική αλληλουχία γενετικών δεικτών που προορίζονταν για την ανεύρεση και ταξινόμηση οποιονδήποτε μικροοργανισμών που μπορεί να υπάρχουν, καθώς και καλλιεργειών για την ανεύρεση μικροβίων, κυτταρομετρία για ανίχνευση μεμονωμένων κυττάρων, χημική ανάλυση άλμης και ηλεκτρονική μικροσκοπία σε συνδυασμό με φασματοσκοπία ακτίνων Χ.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν στοιχεία ζωής σε ακραία περιβάλλοντα στη Γη κατ’αναλογίαν των συνθηκών που μπορεί να υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες στο ηλιακό μας σύστημα ή πέρα από αυτό. Οι ερευνητές προειδοποίησαν ότι σε αυτή την περίπτωση, μόνο και μόνο επειδή υπάρχει νερό ή επειδή κάτι μοιάζει με κύτταρα ή άλλες βιολογικές ενδείξεις κάτω από το μικροσκόπιο, δεν σημαίνει ότι υπάρχει ζωή.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι υπάρχουν σημεία στην επιφάνεια της Γης, όπως οι λίμνες Dallol, οι οποίες είναι αποστειρωμένες παρόλο που περιέχουν υγρό νερό», δήλωσε ο López García.
Οι λίμνες Dallol εμποδίζουν το σχηματισμό ζωής επειδή περιέχουν χημικά εμπόδια όπως τα χαοτροπικά άλατα μαγνησίου που βοηθούν στη διάσπαση του υδρογόνου. Σε συνδυασμό με το αλμυρό, όξινο και ζεστό περιβάλλον, οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές για την ύπαρξη ζωής στις λίμνες.
«Δεν θα περιμέναμε να βρούμε μορφές ζωής σε παρόμοια περιβάλλοντα σε άλλους πλανήτες, τουλάχιστον μη βασισμένες σε βιοχημεία παρόμοια με τη χερσαία βιοχημεία», δήλωσε ο López García.
Οι ερευνητές θα συνεχίσουν να μελετούν τις λίμνες για να προσδιορίσουν περισσότερο τα όρια της ζωής.
Comments