Η Bild συνεχίζει τη... δουλειά της, πιστή στο δόγμα της. Τι πουλάει; Η Ελλάδα. Άρα ας συνεχίσουμε να γράφουμε για την Ελλάδα, προκαλώντας πάντα, για να κάνουμε πωλήσεις.
Αυτή τη φορά, η Γερμανική "κίτρινα" εφημερίδα, δημοσιεύει λίστα με όσα πρέπει να βγουν στο "σφυρί" από την Ελλάδα για να "ξεχρεώσουμε" τους συμπατριώτες της Α. Μέρκελ.
Το δημοσίευμα περιλαμβάνει τα πάντα.
Μαρίνες για γιοτ που βρίσκονται στην Επίδαυρο και στην Ύδρα, τα δύο κυβερνητικά αεροσκάφη που αποτιμώνται στα 10 εκ. ευρώ, 2.500 κτίρια του υπουργείου Πολιτισμού, στάδια όπως το ΟΑΚΑ και το Στάδιο Ειρήνης και Φιλία, η Αμερικανική βάση στο Ηράκλειο, ξενοδοχεία, 77.000 χωράφια, ελληνική ιδιοκτησία που βρίσκεται στο εξωτερικό, ιαματικές πηγές όπως αυτές που βρίσκονται στις Θερμοπύλες.
Στη λίστα περιλαμβάνονται και παραλίες, όπως εκείνη της Ερμιόνης και 14 περιφερειακά αεροδρόμια, μεταξύ των οποίων βρίσκονται εκείνα της Ρόδου και της Κέρκυρας (αναμενόμενα έσοδα: € 1.300.000.000). Ακολουθούν και περισσότερα στάδια και αίθουσες των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, για παράδειγμα, το "Ολυμπιακό Κέντρο Γαλατσίου".
Η εφημερίδα αφήνει πάντως εκτός λίστας την... Ακρόπολη.
Η Bild εμφανίζεται επίσης επιφυλακτική ως προς το αν η εκποίηση των παραπάνω μπορεί να αποφέρει τον επιδιωκόμενο στόχο των 50 δις. ευρώ του Ταμείου για το τρίτο πακέτο. Πρόκειται για το πρωτοσέλιδο μάλιστα της εφημερίδας που είναι γραμμένο με έναν πολύ σκληρό και κυνικό τρόπο.
Μιλάμε για εγγυήσεις και υποθήκες (assets) για τη συνέχιση του προγράμματος, σε ό,τι αφορά πάντα τη λειτουργία του Ταμείου. Ο στόχος για τα 50 δισ. ευρώ είναι μεσοπρόθεσμος, καθώς τα προς ιδιωτικοποίηση κρατικά περιουσιακά στοιχεία θα εκτιμηθούν (σχετικά με το ποια είναι εκείνα που μπορούν να περάσουν σε ιδιωτική εκμετάλλευση) και θα εκποιηθούν σε χρονική περίοδο που θα ξεπερνά τα 3 χρόνια.
Σημειώνουμε πως παλαιότερα Χριστιανοδημοκράτες βουλευτές είχαν κάνει λόγο για "εκποίηση" του Παρθενώνα αλλά και νησιών για να αποπληρώσουμε τα χρέη μας.
Σύμφωνα με τον Γ. Ντάισελμπλουμ, οι ιδιωτικοποιήσεις θα δημιουργήσουν έσοδα ικανά για να αποπληρώνεται το ελληνικό κρατικό χρέος, για περίοδο μεγαλύτερη από 20 χρόνια.
Αποκάλυψη "βόμβα" έκανε άλλωστε ο Γιάνης Βαρουφάκης με άρθρο του στην ιστοσελίδα Project Syndicate, λέγοντας ότι στις 19 Ιουνίου πρότεινε στους δανειστές τη δημιουργία ταμείου ιδιωτικοποιήσεων, ως μέρους εγγράφου του με τίτλο "Τερματίζοντας την ελληνική κρίση".
Ο πρώην υπουργός αναλύει πως θα λειτουργούσε το Ταμείο που πρότεινε η ελληνική πλευρά το οποίο θα μπορούσε να μετατραπεί σε ολοκληρωμένη Αναπτυξιακή Τράπεζα,
Ο κ. Βαρουφάκης επισημαίνει ότι η πρόταση του "αντιμετωπίστηκε με εκκωφαντική σιωπή". Αντίθετα, σημειώνει, "όταν οι δυνάμεις συνειδητοποίησαν ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν έτοιμη να συνθηκολογήσει πλήρως με τις απαιτήσεις της τρόικας, έκριναν σκόπιμο να επιβάλουν στην Ελλάδα το μειωτικό, αφάνταστο και ολέθριο μοντέλο Treuhand" που εφαρμόστηκε στη Γερμανία μετά την πτώση του Βερολίνου.
Αναλυτικά το άρθρο του:
Στις 12 Ιουλίου, η Σύνοδος των ηγετών της ευρωζώνης υπαγόρευσε τους όρους παράδοσης στον Ελληνα πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος, τρομοκρατημένος από τις εναλλακτικές, τους αποδέχθηκε όλους. Ενας από αυτούς τους όρους αφορούσε στη διάθεση των υπoλοίπων περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού δημοσίου.
Οι ηγέτες της ευρωζώνης ζήτησαν να μεταφερθούν τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία σε ένα τύπου Treuhand ταμείο- ένα όχημα παρόμοιο με αυτό που είχε χρησιμοποιηθεί μετά από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου για γρήγορες ιδιωτικοποιήσεις, με μεγάλη οικονομική ζημία και καταστροφικές συνέπειες για την απασχόληση όλης της εξαφανιζόμενης δημόσιας περιουσίας της Ανατολικής Γερμανίας.
Αυτό το ελληνικό Treuhand θα είχε έδρα- περιμένετε- στο Λουξεμβούργο και θα διοικούνταν από μια ομάδα εποπτευόμενη από τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τον συντάκτη αυτού του σχεδίου. Θα ολοκλήρωνε τις πωλήσεις μέσα σε τρία χρόνια. Ομως, ενώ το έργο του πρωτότυπου Treuhand συνοδευόταν από τεράστιες επενδύσεις της Δυτικής Γερμανίας σε υποδομές και μεγάλης κλίμακας κοινωνικές μεταφορές στον πληθυσμό της Ανατολικής Γερμανίας, οι Ελληνες δεν θα λάμβαναν κανένα αντίστοιχο όφελος οποιουδήποτε είδους.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που με διαδέχθηκε ως υπουργός Οικονομικών πριν από δύο εβδομάδες, έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να βελτιώσει τις χειρότερες πτυχές του πλάνου για το ελληνικό Treuhand. Κατάφερε να έχει το ταμείο την έδρα του στην Αθήνα και απέσπασε από τους δανειστές (τη λεγόμενη τρόικα των Κομισιόν, ΕΚΤ, ΔΝΤ) τη σημαντική παραχώρηση ότι οι πωλήσεις θα μπορούν να επεκταθούν στα 30 χρόνια, αντί στα τρία. Αυτό ήταν κρίσιμο, προκειμένου να επιτραπεί στο ελληνικό κράτος να κρατήσει τα υποτιμημένα περιουσιακά στοιχεία μέχρι να ανακάμψει η τιμή τους από τα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα λόγω της ύφεσης.
Αλίμονο, το ελληνικό Treuhand παραμένει κάτι απεχθές και θα πρέπει να είναι στίγμα στη συνείδηση της Ευρώπης. Ακόμη χειρότερα, είναι μία χαμένη ευκαιρία.
Το πλάνο είναι πολιτικά τοξικό, γιατί το ταμείο- παρότι θα έχει έδρα στην Ελλάδα- θα το διαχειρίζεται ουσιαστικά η Τρόικα. Επίσης είναι οικονομικά επιβλαβές, γιατί τα έσοδα θα πάνε για την εξυπηρέτηση αυτού που τώρα ακόμη και το ΔΝΤ παραδέχεται ότι αποτελεί ανεξόφλητο χρέος. Και αποτυγχάνει οικονομικά, γιατί σπαταλά μία θαυμάσια ευκαιρία για τη δημιουργία σταθεροποιητικών επενδύσεων προκειμένου να βοηθηθεί η αντιμετώπιση του υφεσιακού αντίκτυπου της τιμωρητικής δημοσιονομικής εξυγίανσης που είναι επίσης μέρος των «όρων» της Συνόδου της 12ης Ιουλίου.
Δεν χρειαζόταν να γίνει έτσι. Στις 19 Ιουνίου επικοινώνησα στη γερμανική κυβέρνηση και την τρόικα μία εναλλακτική πρόταση, ως μέρος ενός εγγράφου με τίτλο "Τερματίζοντας την ελληνική κρίση":
"Η ελληνική κυβέρνηση προτείνει να συνδυάσει τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία (εξαιρώντας αυτά που σχετίζονται με την ασφάλεια της χώρας, τις δημόσιες παροχές και την πολιτιστική κληρονομιά) σε μία κεντρική ελέγχουσα εταιρεία που θα διαχωρίζεται από την κυβερνητική διοίκηση και θα αντιμετωπίζεται ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, υπό την αιγίδα του ελληνικού κοινοβουλίου, με στόχο τη μεγιστοποίηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και τη δημιουργία ρεύματος σταθεροποιητικών επενδύσεων. Το ελληνικό κράτος θα είναι ο μοναδικός μέτοχος, αλλά δεν θα εγγυάται το παθητικό ή το χρέος της.
Η εταιρεία θα παίζει ενεργό ρόλο στην προετοιμασία των περιουσιακών στοιχείων για πώληση. Θα "εξέδιδε ένα πλήρως εγγυημένο ομόλογο στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων" για να συγκεντρώσει 30-40 δισ. ευρώ τα οποία, "λαμβάνοντας υπόψη την παρούσα αξία των περιουσιακών στοιχείων» θα "επένδυε στον εκσυγχρονισμό και την αναδιάρθρωση των περιουσιακών στοιχείων υπό τη διαχείρισή της".
Το πλάνο προέβλεπε ένα επενδυτικό πρόγραμμα 3-4 χρόνων, με αποτέλεσμα "επιπρόσθετες δαπάνες 5% του ΑΕΠ ετησίως" με τις τρέχουσες μακροοικονομικές συνθήκες να σημαίνουν "έναν θετικό πολλαπλασιαστή ανάπτυξης πάνω από 1,5" ο οποίος "θα ενίσχυε την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ σε ένα επίπεδο πάνω από 5% για αρκετά χρόνια". Αυτό με τη σειρά του θα προκαλούσε "ανάλογες αυξήσεις σε φορολογικά έσοδα" και ως εκ τούτου "θα συνέβαλε στη δημοσιονομική βιωσιμότητα, ενώ θα επέτρεπε στην ελληνική κυβέρνηση να έχει πειθαρχία επί των δαπανών χωρίς να συρρικνώνει περαιτέρω την κοινωνική οικονομία".
Σε αυτό το σενάριο, το πρωτογενές πλεόνασμα (που δεν περιλαμβάνει τις πληρωμές τόκων) θα επιτύγχανε μεγέθη «ταχύτητας διαφυγής» τόσο σε απόλυτη όσο και σε ποσοστιαία βάση με την πάροδο του χρόνου. Ως αποτέλεσμα, στην εταιρεία θα «χορηγούνταν τραπεζική άδεια" σε 1-2 χρόνια «και έτσι θα μετατρεπόταν σε μία ολοκληρωμένη Αναπτυξιακή Τράπεζα, ικανή να συγκεντρώσει ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα και να μπει σε σχέδια συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων".
Η Αναπτυξιακή Τράπεζα που προτείναμε "θα επέτρεπε στην κυβέρνηση να διαλέξει ποια περιουσιακά στοιχεία θα ιδιωτικοποιούνταν και ποια όχι, ενώ θα εγγυόταν ένα μεγαλύτερο αντίκτυπο στη μείωση χρέους από τις επιλεγμένες ιδιωτικοποιήσεις". Αλλωστε, "οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων θα αυξάνονταν περισσότερο από το πραγματικό ποσό που θα ξοδεύονταν για τον εκσυγχρονισμό και την αναδιάρθρωση, με τη βοήθεια ενός προγράμματος συνεργασιών δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, η αξία των οποίων ενισχύεται ανάλογα με την πιθανότητα των μελλοντικών ιδιωτικοποιήσεων".
Η πρότασή μας αντιμετωπίστηκε με εκκωφαντική σιωπή. Πιο συγκεκριμένα, το Eurogroup και η τρόικα συνέχισαν να διαρρέουν στα διεθνή ΜΜΕ ότι οι ελληνικές αρχές δεν είχαν καμία αξιόπιστη καινοτόμα πρόταση να κάνουν, δηλαδή το συνηθισμένο ρεφρέν τους. Μερικές ημέρες αργότερα, όταν οι δυνάμεις συνειδητοποίησαν ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν έτοιμη να συνθηκολογήσει πλήρως με τις απαιτήσεις της τρόικας, έκριναν σκόπιμο να επιβάλουν στην Ελλάδα το μειωτικό, αφάνταστο και ολέθριο μοντέλο Treuhand.
Αυτή τη φορά, η Γερμανική "κίτρινα" εφημερίδα, δημοσιεύει λίστα με όσα πρέπει να βγουν στο "σφυρί" από την Ελλάδα για να "ξεχρεώσουμε" τους συμπατριώτες της Α. Μέρκελ.
Το δημοσίευμα περιλαμβάνει τα πάντα.
Μαρίνες για γιοτ που βρίσκονται στην Επίδαυρο και στην Ύδρα, τα δύο κυβερνητικά αεροσκάφη που αποτιμώνται στα 10 εκ. ευρώ, 2.500 κτίρια του υπουργείου Πολιτισμού, στάδια όπως το ΟΑΚΑ και το Στάδιο Ειρήνης και Φιλία, η Αμερικανική βάση στο Ηράκλειο, ξενοδοχεία, 77.000 χωράφια, ελληνική ιδιοκτησία που βρίσκεται στο εξωτερικό, ιαματικές πηγές όπως αυτές που βρίσκονται στις Θερμοπύλες.
Στη λίστα περιλαμβάνονται και παραλίες, όπως εκείνη της Ερμιόνης και 14 περιφερειακά αεροδρόμια, μεταξύ των οποίων βρίσκονται εκείνα της Ρόδου και της Κέρκυρας (αναμενόμενα έσοδα: € 1.300.000.000). Ακολουθούν και περισσότερα στάδια και αίθουσες των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, για παράδειγμα, το "Ολυμπιακό Κέντρο Γαλατσίου".
Η εφημερίδα αφήνει πάντως εκτός λίστας την... Ακρόπολη.
Η Bild εμφανίζεται επίσης επιφυλακτική ως προς το αν η εκποίηση των παραπάνω μπορεί να αποφέρει τον επιδιωκόμενο στόχο των 50 δις. ευρώ του Ταμείου για το τρίτο πακέτο. Πρόκειται για το πρωτοσέλιδο μάλιστα της εφημερίδας που είναι γραμμένο με έναν πολύ σκληρό και κυνικό τρόπο.
Μιλάμε για εγγυήσεις και υποθήκες (assets) για τη συνέχιση του προγράμματος, σε ό,τι αφορά πάντα τη λειτουργία του Ταμείου. Ο στόχος για τα 50 δισ. ευρώ είναι μεσοπρόθεσμος, καθώς τα προς ιδιωτικοποίηση κρατικά περιουσιακά στοιχεία θα εκτιμηθούν (σχετικά με το ποια είναι εκείνα που μπορούν να περάσουν σε ιδιωτική εκμετάλλευση) και θα εκποιηθούν σε χρονική περίοδο που θα ξεπερνά τα 3 χρόνια.
Σημειώνουμε πως παλαιότερα Χριστιανοδημοκράτες βουλευτές είχαν κάνει λόγο για "εκποίηση" του Παρθενώνα αλλά και νησιών για να αποπληρώσουμε τα χρέη μας.
Σύμφωνα με τον Γ. Ντάισελμπλουμ, οι ιδιωτικοποιήσεις θα δημιουργήσουν έσοδα ικανά για να αποπληρώνεται το ελληνικό κρατικό χρέος, για περίοδο μεγαλύτερη από 20 χρόνια.
Αποκάλυψη "βόμβα" έκανε άλλωστε ο Γιάνης Βαρουφάκης με άρθρο του στην ιστοσελίδα Project Syndicate, λέγοντας ότι στις 19 Ιουνίου πρότεινε στους δανειστές τη δημιουργία ταμείου ιδιωτικοποιήσεων, ως μέρους εγγράφου του με τίτλο "Τερματίζοντας την ελληνική κρίση".
Ο πρώην υπουργός αναλύει πως θα λειτουργούσε το Ταμείο που πρότεινε η ελληνική πλευρά το οποίο θα μπορούσε να μετατραπεί σε ολοκληρωμένη Αναπτυξιακή Τράπεζα,
Ο κ. Βαρουφάκης επισημαίνει ότι η πρόταση του "αντιμετωπίστηκε με εκκωφαντική σιωπή". Αντίθετα, σημειώνει, "όταν οι δυνάμεις συνειδητοποίησαν ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν έτοιμη να συνθηκολογήσει πλήρως με τις απαιτήσεις της τρόικας, έκριναν σκόπιμο να επιβάλουν στην Ελλάδα το μειωτικό, αφάνταστο και ολέθριο μοντέλο Treuhand" που εφαρμόστηκε στη Γερμανία μετά την πτώση του Βερολίνου.
Αναλυτικά το άρθρο του:
Στις 12 Ιουλίου, η Σύνοδος των ηγετών της ευρωζώνης υπαγόρευσε τους όρους παράδοσης στον Ελληνα πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος, τρομοκρατημένος από τις εναλλακτικές, τους αποδέχθηκε όλους. Ενας από αυτούς τους όρους αφορούσε στη διάθεση των υπoλοίπων περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού δημοσίου.
Οι ηγέτες της ευρωζώνης ζήτησαν να μεταφερθούν τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία σε ένα τύπου Treuhand ταμείο- ένα όχημα παρόμοιο με αυτό που είχε χρησιμοποιηθεί μετά από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου για γρήγορες ιδιωτικοποιήσεις, με μεγάλη οικονομική ζημία και καταστροφικές συνέπειες για την απασχόληση όλης της εξαφανιζόμενης δημόσιας περιουσίας της Ανατολικής Γερμανίας.
Αυτό το ελληνικό Treuhand θα είχε έδρα- περιμένετε- στο Λουξεμβούργο και θα διοικούνταν από μια ομάδα εποπτευόμενη από τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τον συντάκτη αυτού του σχεδίου. Θα ολοκλήρωνε τις πωλήσεις μέσα σε τρία χρόνια. Ομως, ενώ το έργο του πρωτότυπου Treuhand συνοδευόταν από τεράστιες επενδύσεις της Δυτικής Γερμανίας σε υποδομές και μεγάλης κλίμακας κοινωνικές μεταφορές στον πληθυσμό της Ανατολικής Γερμανίας, οι Ελληνες δεν θα λάμβαναν κανένα αντίστοιχο όφελος οποιουδήποτε είδους.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που με διαδέχθηκε ως υπουργός Οικονομικών πριν από δύο εβδομάδες, έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να βελτιώσει τις χειρότερες πτυχές του πλάνου για το ελληνικό Treuhand. Κατάφερε να έχει το ταμείο την έδρα του στην Αθήνα και απέσπασε από τους δανειστές (τη λεγόμενη τρόικα των Κομισιόν, ΕΚΤ, ΔΝΤ) τη σημαντική παραχώρηση ότι οι πωλήσεις θα μπορούν να επεκταθούν στα 30 χρόνια, αντί στα τρία. Αυτό ήταν κρίσιμο, προκειμένου να επιτραπεί στο ελληνικό κράτος να κρατήσει τα υποτιμημένα περιουσιακά στοιχεία μέχρι να ανακάμψει η τιμή τους από τα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα λόγω της ύφεσης.
Αλίμονο, το ελληνικό Treuhand παραμένει κάτι απεχθές και θα πρέπει να είναι στίγμα στη συνείδηση της Ευρώπης. Ακόμη χειρότερα, είναι μία χαμένη ευκαιρία.
Το πλάνο είναι πολιτικά τοξικό, γιατί το ταμείο- παρότι θα έχει έδρα στην Ελλάδα- θα το διαχειρίζεται ουσιαστικά η Τρόικα. Επίσης είναι οικονομικά επιβλαβές, γιατί τα έσοδα θα πάνε για την εξυπηρέτηση αυτού που τώρα ακόμη και το ΔΝΤ παραδέχεται ότι αποτελεί ανεξόφλητο χρέος. Και αποτυγχάνει οικονομικά, γιατί σπαταλά μία θαυμάσια ευκαιρία για τη δημιουργία σταθεροποιητικών επενδύσεων προκειμένου να βοηθηθεί η αντιμετώπιση του υφεσιακού αντίκτυπου της τιμωρητικής δημοσιονομικής εξυγίανσης που είναι επίσης μέρος των «όρων» της Συνόδου της 12ης Ιουλίου.
Δεν χρειαζόταν να γίνει έτσι. Στις 19 Ιουνίου επικοινώνησα στη γερμανική κυβέρνηση και την τρόικα μία εναλλακτική πρόταση, ως μέρος ενός εγγράφου με τίτλο "Τερματίζοντας την ελληνική κρίση":
"Η ελληνική κυβέρνηση προτείνει να συνδυάσει τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία (εξαιρώντας αυτά που σχετίζονται με την ασφάλεια της χώρας, τις δημόσιες παροχές και την πολιτιστική κληρονομιά) σε μία κεντρική ελέγχουσα εταιρεία που θα διαχωρίζεται από την κυβερνητική διοίκηση και θα αντιμετωπίζεται ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, υπό την αιγίδα του ελληνικού κοινοβουλίου, με στόχο τη μεγιστοποίηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και τη δημιουργία ρεύματος σταθεροποιητικών επενδύσεων. Το ελληνικό κράτος θα είναι ο μοναδικός μέτοχος, αλλά δεν θα εγγυάται το παθητικό ή το χρέος της.
Η εταιρεία θα παίζει ενεργό ρόλο στην προετοιμασία των περιουσιακών στοιχείων για πώληση. Θα "εξέδιδε ένα πλήρως εγγυημένο ομόλογο στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων" για να συγκεντρώσει 30-40 δισ. ευρώ τα οποία, "λαμβάνοντας υπόψη την παρούσα αξία των περιουσιακών στοιχείων» θα "επένδυε στον εκσυγχρονισμό και την αναδιάρθρωση των περιουσιακών στοιχείων υπό τη διαχείρισή της".
Το πλάνο προέβλεπε ένα επενδυτικό πρόγραμμα 3-4 χρόνων, με αποτέλεσμα "επιπρόσθετες δαπάνες 5% του ΑΕΠ ετησίως" με τις τρέχουσες μακροοικονομικές συνθήκες να σημαίνουν "έναν θετικό πολλαπλασιαστή ανάπτυξης πάνω από 1,5" ο οποίος "θα ενίσχυε την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ σε ένα επίπεδο πάνω από 5% για αρκετά χρόνια". Αυτό με τη σειρά του θα προκαλούσε "ανάλογες αυξήσεις σε φορολογικά έσοδα" και ως εκ τούτου "θα συνέβαλε στη δημοσιονομική βιωσιμότητα, ενώ θα επέτρεπε στην ελληνική κυβέρνηση να έχει πειθαρχία επί των δαπανών χωρίς να συρρικνώνει περαιτέρω την κοινωνική οικονομία".
Σε αυτό το σενάριο, το πρωτογενές πλεόνασμα (που δεν περιλαμβάνει τις πληρωμές τόκων) θα επιτύγχανε μεγέθη «ταχύτητας διαφυγής» τόσο σε απόλυτη όσο και σε ποσοστιαία βάση με την πάροδο του χρόνου. Ως αποτέλεσμα, στην εταιρεία θα «χορηγούνταν τραπεζική άδεια" σε 1-2 χρόνια «και έτσι θα μετατρεπόταν σε μία ολοκληρωμένη Αναπτυξιακή Τράπεζα, ικανή να συγκεντρώσει ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα και να μπει σε σχέδια συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων".
Η Αναπτυξιακή Τράπεζα που προτείναμε "θα επέτρεπε στην κυβέρνηση να διαλέξει ποια περιουσιακά στοιχεία θα ιδιωτικοποιούνταν και ποια όχι, ενώ θα εγγυόταν ένα μεγαλύτερο αντίκτυπο στη μείωση χρέους από τις επιλεγμένες ιδιωτικοποιήσεις". Αλλωστε, "οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων θα αυξάνονταν περισσότερο από το πραγματικό ποσό που θα ξοδεύονταν για τον εκσυγχρονισμό και την αναδιάρθρωση, με τη βοήθεια ενός προγράμματος συνεργασιών δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, η αξία των οποίων ενισχύεται ανάλογα με την πιθανότητα των μελλοντικών ιδιωτικοποιήσεων".
Η πρότασή μας αντιμετωπίστηκε με εκκωφαντική σιωπή. Πιο συγκεκριμένα, το Eurogroup και η τρόικα συνέχισαν να διαρρέουν στα διεθνή ΜΜΕ ότι οι ελληνικές αρχές δεν είχαν καμία αξιόπιστη καινοτόμα πρόταση να κάνουν, δηλαδή το συνηθισμένο ρεφρέν τους. Μερικές ημέρες αργότερα, όταν οι δυνάμεις συνειδητοποίησαν ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν έτοιμη να συνθηκολογήσει πλήρως με τις απαιτήσεις της τρόικας, έκριναν σκόπιμο να επιβάλουν στην Ελλάδα το μειωτικό, αφάνταστο και ολέθριο μοντέλο Treuhand.
Comments