Πιο κοντά στον σχεδιασμό ενός αιματολογικού τεστ που θα διακρίνει τις ιικές από τις βακτηριακές αναπνευστικές λοιμώξεις υποστηρίζουν ότι βρίσκονται αμερικανοί ερευνητές. Και αυτό υποστηρίζουν ότι θα βοηθήσει τους γιατρούς να προβλέπουν στο μέλλον πότε τα αντιβιοτικά είναι πιθανόν να είναι αποτελεσματικά και πότε όχι.
Ένα τέτοιο τεστ θα μπορεί να γίνεται στο ιατρείο και ίσως να μπορέσει να καταπολεμηθεί η κατάχρηση των αντιβιοτικών που σήμερα έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη υπερανθεκτικών μικροβίων που απειλούν τη δημόσια υγεία, αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο Science Translational Medicine.
«Όταν διαγιγνώσκουμε αναπνευστικές λοιμώξεις, όπως κοινό κρυολόγημα, πνευμονία και βρογχίτιδα, είναι επιβοηθητικό να ξέρουμε αν η νόσος έχει προκληθεί από ιό ή βακτήριο. Τα αντιβιοτικά αντιμετωπίζουν τα βακτήρια, αλλά όχι τους ιούς. Γι’ αυτό και η διάκριση του αιτίου είναι σημαντική στον καθορισμό της βέλτιστης θεραπείας για τον κάθε ασθενή, καθώς και να προβλέψουμε πως θα εξελιχθεί η πορεία του ασθενή. Οι αναπνευστικές λοιμώξεις είναι ο συχνότερος λόγος επίσκεψης στον γιατρό. Και τα τρία τέταρτα των ασθενών παίρνουν αντιβιοτικά ενώ έχουν ιογενείς λοιμώξεις. Οι ιοί συνήθως εξαλείφονται μόνοι τους. Και οι ασθενείς πολλές φορές απαιτούν να πάρουν αντιβιοτικά ακόμα και όταν φαίνεται η αιτία της νόσου να είναι ένας ιός. Αλλά και οι γιατροί τείνουν να δίνουν αντιβιοτικά για λόγους ασφαλείας. Όμως αυτές οι συμπεριφορές εκθέτουν τον οργανισμό σε ανεπιθύμητες ενέργειες» εξηγεί ο επικεφαλής της μελέτης Δρ Εφραίμ Τσαλικ.
Στο πλαίσιο της μελέτης ο ερευνητής και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν ένα τεστ για να διακρίνουν τους ιού από τα βακτήρια, μέσω ανάλυσης της λειτουργίας των γονιδίων σε δείγματα αίματος. Οι ειδικοί δοκίμασαν το τεστ σε 273 άτομα με αναπνευστικές λοιμώξεις και 44 υγιή άτομα.
Συνολικά το τεστ ήταν ακριβές στο 87% του χρόνου ως προς την διάκριση των βακτηριακών από τις ιογενείς λοιμώξεις και αυτών που είχαν προκληθεί από κάτι άλλο. Οι υπάρχουσες εξετάσεις είναι ακριβείς στο 78% του χρόνου, που αναλύεται η φλεγμονή που σχετίζεται με μια ασθένεια.
«Μπορεί το τεστ να θέλει περαιτέρω βελτίωση, αλλά δείχνει ότι μπορούμε να μειώσουμε την χρήση των αντιβιοτικών έως και κατά 50%. Η εξέταση βασίζεται στην ανίχνευση του τρόπου που τα γονίδια ενεργοποιούνται και απενεργοποιούνται εις ανταπόκριση της παρουσίας βακτηρίων, ιών ή άλλων απειλών. Και η μοναδικότητά του είναι η ταχύτητα αλλά και η απλότητά του» εξηγεί ο Δρ Τσαλικ.
Επόμενος στόχος των ειδικών είναι η δοκιμαστεί το τεστ σε άτομα διαφόρων ηλικιών και εθνικοτήτων. Επίσης μελετούν κατά πόσο παρόμοιες εξετάσεις μπορούν να ανιχνεύσουν άλλα είδη βακτηρίων και ιών, καθώς και μυκήτων.
health.in.gr
Ένα τέτοιο τεστ θα μπορεί να γίνεται στο ιατρείο και ίσως να μπορέσει να καταπολεμηθεί η κατάχρηση των αντιβιοτικών που σήμερα έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη υπερανθεκτικών μικροβίων που απειλούν τη δημόσια υγεία, αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο Science Translational Medicine.
«Όταν διαγιγνώσκουμε αναπνευστικές λοιμώξεις, όπως κοινό κρυολόγημα, πνευμονία και βρογχίτιδα, είναι επιβοηθητικό να ξέρουμε αν η νόσος έχει προκληθεί από ιό ή βακτήριο. Τα αντιβιοτικά αντιμετωπίζουν τα βακτήρια, αλλά όχι τους ιούς. Γι’ αυτό και η διάκριση του αιτίου είναι σημαντική στον καθορισμό της βέλτιστης θεραπείας για τον κάθε ασθενή, καθώς και να προβλέψουμε πως θα εξελιχθεί η πορεία του ασθενή. Οι αναπνευστικές λοιμώξεις είναι ο συχνότερος λόγος επίσκεψης στον γιατρό. Και τα τρία τέταρτα των ασθενών παίρνουν αντιβιοτικά ενώ έχουν ιογενείς λοιμώξεις. Οι ιοί συνήθως εξαλείφονται μόνοι τους. Και οι ασθενείς πολλές φορές απαιτούν να πάρουν αντιβιοτικά ακόμα και όταν φαίνεται η αιτία της νόσου να είναι ένας ιός. Αλλά και οι γιατροί τείνουν να δίνουν αντιβιοτικά για λόγους ασφαλείας. Όμως αυτές οι συμπεριφορές εκθέτουν τον οργανισμό σε ανεπιθύμητες ενέργειες» εξηγεί ο επικεφαλής της μελέτης Δρ Εφραίμ Τσαλικ.
Στο πλαίσιο της μελέτης ο ερευνητής και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν ένα τεστ για να διακρίνουν τους ιού από τα βακτήρια, μέσω ανάλυσης της λειτουργίας των γονιδίων σε δείγματα αίματος. Οι ειδικοί δοκίμασαν το τεστ σε 273 άτομα με αναπνευστικές λοιμώξεις και 44 υγιή άτομα.
Συνολικά το τεστ ήταν ακριβές στο 87% του χρόνου ως προς την διάκριση των βακτηριακών από τις ιογενείς λοιμώξεις και αυτών που είχαν προκληθεί από κάτι άλλο. Οι υπάρχουσες εξετάσεις είναι ακριβείς στο 78% του χρόνου, που αναλύεται η φλεγμονή που σχετίζεται με μια ασθένεια.
«Μπορεί το τεστ να θέλει περαιτέρω βελτίωση, αλλά δείχνει ότι μπορούμε να μειώσουμε την χρήση των αντιβιοτικών έως και κατά 50%. Η εξέταση βασίζεται στην ανίχνευση του τρόπου που τα γονίδια ενεργοποιούνται και απενεργοποιούνται εις ανταπόκριση της παρουσίας βακτηρίων, ιών ή άλλων απειλών. Και η μοναδικότητά του είναι η ταχύτητα αλλά και η απλότητά του» εξηγεί ο Δρ Τσαλικ.
Επόμενος στόχος των ειδικών είναι η δοκιμαστεί το τεστ σε άτομα διαφόρων ηλικιών και εθνικοτήτων. Επίσης μελετούν κατά πόσο παρόμοιες εξετάσεις μπορούν να ανιχνεύσουν άλλα είδη βακτηρίων και ιών, καθώς και μυκήτων.
health.in.gr
Comments